Εκεί όπου οι λέξεις γίνονται αστέρια

Εκεί, όπου οι λέξεις γίνονται αστέρια
Διαδικτυακό περιοδικό για τον ρωσικό
πολιτισμό και τη ρωσική ιστορία.

Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2014

Το Κύκνειο Άσμα του Νικολάι Γκόγκολ

Το εξώφυλλο του βιβλίου στην ελληνική έκδοση

Το 1840 ο μεγάλος Ουκρανός (έγραψε στα ρωσικά) συγγραφέας Νικολάι Βασίλιεβιτς Γκόγκολ (1809-1852) αρρώστησε βαριά, έφθασε στα πρόθυρα του θανάτου. Ο Γκόγκολ έπασχε από σοβαρή νευρασθένεια, στην οποία οφείλεται και ο πρόωρος θάνατός του.  Στο βιβλίο των Βάχτελ και Βινίτσκυ "Russian Literature" διαβάζουμε χαρακτηριστικά στη σελίδα 112 "Ο Γκόγκολ εξέλαβε την ανάρρωσή του από τη νευρασθένεια ως σημάδι από ψηλά". Για να ακριβολογήσουμε, επομένως, το 1840 ο Γκόγκολ ανάρρωσε ύστερα από μια σοβαρή κρίση της ασθένειάς του, η οποία τον είχε απειλήσει με θάνατο. 


Πορτραίτο του Γκόγκολ, 1840, αγνώστου ζωγράφου

Η κρίση της ασθένειας του εκδηλώνεται ενώ δουλεύει το αριστούργημά του "Νεκρές Ψυχές",το πρώτο μέρος του οποίου εκδόθηκε στη Ρωσία το 1842, ύστερα από πολύμηνη μάχη του ιδίου και των φίλων του κατά της αδυσώπητης λογοκρισίας. Ο Μπιελίνσκι (1811-1847), ο μεγαλύτερος κριτικός λογοτεχνίας όλων των εποχών και όλου του κόσμου έγραψε για τις νεκρές ψυχές "ένα από τα ελάχιστα βιβλία της παγκόσμιας λογοτεχνίας που γεμίζουν μια εποχή". Η οξεία κοινωνική κριτική του βιβλίου φαίνεται πως ενόχλησε αρκετούς και ο Γκόγκολ χαρακτηρίστηκε "προδότης, άθεος, υβριστής της θρησκείας, καθώς οι ψυχές είναι αθάνατες, ώστε δεν μπορούν να υπάρχουν νεκρές ψυχές". Ο Γκόγκολ κλονίστηκε από την κριτική αυτή και έφυγε στο εξωτερικό. Είναι φανερό πως η δημιουργία ενός τέτοιου μεγαλειώδους έργου συντελέστηκε με κόστος την ίδια την ύπαρξη του συγγραφέα, και αυτό κάνει το συγκεκριμένο βιβλίο ακόμα πιο τραγικό. 

Οι νεκρές ψυχές

Τα τελευταία δέκα χρόνια της σύντομης ζωής του ο Γκόγκολ τα διάγει με ορθόδοξη άσκηση. Νηστεύει, μελετά την Αγία Γραφή και τους Νηπτικούς, προσεύχεται, εκκλησιάζεται, εξομολογείται και μεταλαμβάνει τακτικά. Ο Γκόγκολ υποστηρίζει πως η θρησκεία είναι μια "αναπόσπαστη ιδιομορφία του έθνους" και πραγματεύεται το κοινωνικό του ιδανικό ως ορθόδοξο χριστιανικό. Καρπός αυτού του τρόπου ζωής είναι το τελευταίο του βιβλίο "Στοχασμοί στη Θεία Λειτουργία", ρωσικός τίτλος "Размышления о Божественной Литургии". Ήταν το τελευταίο έργο που πρόλαβε να γράψει ο Γκόγκολ, καθώς λίγο μετά την ολοκλήρωση του αρρώστησε και πέθανε στις 4 Μαρτίου του 1852. Για την ακρίβεια, το έργο το είχε γράψει ήδη από το 1845, χωρίς να το δημοσιεύσει, αλλά το ξαναδούλεψε στα 1851 . Σ' αυτό το δεκαετές χρονικό διάστημα επισκέπτεται και τους Αγίους Τόπους (1848), "ως αμαρτωλός ο οποίος προσπαθεί να εξαγνίσει την ψυχή του", ταξίδι για το οποίο ο ίδιος γράφει "Ποτέ προηγούμενα δεν ήμουν τόσο λίγο ικανοποιημένος από την κατάστασή μου, όσο όταν ήμουν στην Ιερουσαλήμ". Η συναναστροφή του Γκόγκολ με τον θεολόγο-ιερέα Ματβέι Κονσταντινόβσκι, στο διάστημα που ο Γκόγκολ ζούσε στην Αγία Πετρούπολη, είχε επίσης καταλυτική επιρροή πάνω του, αφού υπό την επίδραση του θεολόγου ο Γκόγκολ πείστηκε ότι πρέπει να απαρνηθεί το προηγούμενο έργο του, ώστε να σώσει την ψυχή του και έκαψε τα χειρόγραφα του δεύτερου μέρους των "Νεκρών Ψυχών", λίγες μέρες πριν πεθάνει, τον Φεβρουάριο του 1852. Τον τελευταίο χρόνο της ζωής του ο Γκόγκολ νηστεύει αδιάκοπα, επιθυμώντας τη σωτηρία της ψυχής και τον εξαγνισμό του, φθάνοντας στο σημείο να αρνείται να δεχτεί και τροφή τις τελευταίες ημέρες της ζωής του. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο θάνατός του προήλθε από εξάντληση.

Η μεταστροφή του Γκόγκολ ύστερα από την έκδοση του πρώτου μέρους των "Νεκρών Ψυχών" ήταν τόσο ριζική, ώστε ο ευφυής κριτής της "αναισθησίας που έχει αναπτυχθεί στη ρωσική κοινωνία", ο άνθρωπος που είχε ξεμπροστιάσει όσο κανείς μέχρι τότε το φρικτό πρόσωπο της ρωσικής φεουδαρχίας και της διεφθαρμένης τσαρικής διακυβέρνησης, έγραψε κείμενο στο οποίο εμφανίζεται υπέρμαχος του τσαρισμού.("Αποσπάσματα μιας Αλληλογραφίας με τους φίλους μου", έργο που προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις από εχθρούς και φίλους) Οι νέες ιδέες αυτές του Γκόγκολ αναγκάζουν τον Μπιελίνσκι να του γράψει "Όταν ο άνθρωπος υποταχθεί στο ψέμα, χάνει τόσο το πνεύμα του, όσο και το ταλέντο του" και τον Τσερνισέφσκι να γράψει αργότερα για τον Γκόγκολ "... μάρτυρας θλιβερής σκέψης και αγαθών προθέσεων".

Επανερχόμενοι στον τίτλο του βιβλίου, η λέξη размышление την οποία αποδίδει η ελληνική μετάφραση ως στοχασμό έχει τις εξής σημασιολογικές λειτουργίες: την ενέργεια του ρήματος εκ του οποίου παράγεται ("размышлять" σημαίνει συλλογίζομαι, διαλογίζομαι, στοχάζομαι), το αποτέλεσμα αυτής της ενέργειας και την πνευματική εργασία που αποβλέπει στον εξορθολογισμό των αφηρημένων εννοιών. 

Αν συλλογιστούμε το ότι στην ορθόδοξη παράδοση, οι προϋποθέσεις και τα θεμέλια της θεολογίας δεν είναι ο καθαυτός φιλοσοφικός στοχασμός, αλλά η προσωπική εμπειρία και η Αποκάλυψη, δηλαδή το βίωμα και η σταδιακή φανέρωση της παρουσίας του Χριστού στη ζωή του ανθρώπου. Η ορθόδοξη θεολογία δεν είναι θεωρητική αναζήτηση του θείου με τις λογικές κατηγορίες του νου, αλλά πρακτική έρευνα δια της ασκήσεως μέσα στη ζωή και την κοινωνία της Εκκλησίας. Επομένως, δεν πρέπει να ερμηνεύσουμε τη λέξη "στοχασμός" ως "θεωρητική ενατένιση". Ο ίδιος ο Γκόγκολ γράφει "Ο σκοπός αυτού του βιβλίου είναι να δείξει σ' εκείνους που μέχρι τώρα πολύ λίγο γνωρίζουν τη Θεία Λειτουργία μας, και προπαντός στους νέους, με πόση πληρότητα και πόσο βάθος επάλληλων νοημάτων είναι συγκροτημένη". Ο "στοχασμός", επομένως του Γκόγκολ δεν έχει τον σκοπό του "εξορθολογισμού" ή της "εκλαϊκεύσεως", αλλά την αποκάλυψη του νοήματος. Καταλήγει "Στόχος του συγγραφέα είναι η γνωριμία των αναγνωστών με τη συνολική τελετουργική πράξη". Ο Γκόγκολ δεν θεολογεί, ούτε επιζητεί να αντικαταστήσει την Πατερική Θεολογία με κάποια δική του, άλλωστε στο βιβλίο παραπέμπει πολλάκις στους Πατέρες. Ο Γκόγκολ είναι βέβαιος "η Θεία Λειτουργία θα αποκαλύψει το βαθύ, μυστικό νόημα της στον καθένα που θα σκύψει σε αυτή με νήψη". (στην ορθόδοξη παράδοση νήψη είναι μια πνευματική μέθοδος απελευθέρωσης του ανθρώπου από τα πάθη με τη συνέργεια του Θεού). Ο Γκόγκολ δεν αναλύει, δεν εξηγεί, δεν ερμηνεύει, αλλά περιγράφει. 

Ο Γκόγκολ ξεκινά με τον ορισμό (τί είναι) η θεία λειτουργία και στα υπόλοιπα μέρη του βιβλίου περιγράφει τις διαδοχικές φάσεις της θείας λειτουργίας, ήτοι:

1)  ΠΡΟΣΚΟΜΙΔΗ (προετοιμασία της Λειτουργίας)
2) ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΗΧΟΥΜΕΝΩΝ (φάση την οποία παρακουλουθούν και οι κατηχούμενοι, δηλαδή όσοι έχουν ζητήσει να ενταχθούν στην Εκκλησία, αλλά δεν έχουν ακόμα βαπτιστεί)
3) ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ (είναι η φάση όπου τελείται το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας το οποίο δεν μπορούν να παρακολουθήσουν οι κατηχούμενοι)

Διαβάζοντας το βιβλίο νιώθουμε ότι μπαίνουμε σε έναν άγνωστο κόσμο, στον οποίο ο Γκόγκολ μας οδηγεί βαστώντας μας από το χέρι. Είναι αλήθεια ότι δεν μπορεί κανείς να μπει στον κόσμο αυτό, αν δεν έχει την προδιάθεση να το κάνει. Ωστόσο, ακόμα και σε αυτούς που δεν έχουν αυτήν την προδιάθεση, το λογοτεχνικό ταλέντο και η περιγραφικότητα του συγγραφέα θα τους συναρπάσει και ίσως τους δημιουργήσει και κάποια ανεπαίσθητη προς το παρόν επιθυμία να καταλάβουν κάτι περισσότερο. Είναι τόσο παραστατική η περιγραφή του Γκόγκολ, ώστε ακόμα και εκείνος ο οποίος δεν έχει τύχει ποτέ να παρακολουθήσει ορθόδοξη λειτουργία, είναι σε θέση με την φαντασία του να αναπαραστήσει το τι πραγματικά συμβαίνει σε έναν ορθόδοξο ναό κάθε Κυριακή. Ως περιγραφικό έργο, δηλαδή ως λογοτέχνημα από άποψη μορφής, παραμένει ένα γκογκολικό έργο, το οποίο δεν θα πρέπει να παραμεριστεί εξαιτίας της διαφωνίας με την πνευματική εξέλιξη του συγγραφέα. Επίσης έχει τεράστιο ενδιαφέρον ως ψυχογραφικό έργο, καθώς ο Γκόγκολ μας αποκαλύπτει το δικό του θρησκευτικό χαρακτήρα και την δική του πνευματικότητα. Γι' αυτούς τους λόγους δεν υπολείπεται σε λογοτεχνική αξία, κατά τη γνώμη μας, από οποιοδήποτε άλλο βιβλίο του.







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου