Εκεί όπου οι λέξεις γίνονται αστέρια

Εκεί, όπου οι λέξεις γίνονται αστέρια
Διαδικτυακό περιοδικό για τον ρωσικό
πολιτισμό και τη ρωσική ιστορία.

Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014

Ο Άγιος Νικόλαος της Ιαπωνίας που ήταν Ρώσος...

Ο Άγιος Νικόλαος της Ιαπωνίας

Ο Ιβάν Ντμιτρίεβιτς Κασάτκιν, ο μετέπειτα Άγιος Νικόλαος της Ιαπωνίας, γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου του 1836 στην περιοχή Μπιέλσκι της Ρωσίας, η οποία τότε υπαγόταν διοικητικά στο κυβερνείο του Σμόλενσκ, αλλά σήμερα ανήκει στη διοικητική περιφέρεια της Τβερ. 


Στον πάνω χάρτη το Σμόλενσκ, στον κάτω το Τβερ.

Ο πατέρας του Αγίου Νικολάου ήταν διάκονος. Ο Άγιος ορφάνεψε από μητέρα πολύ νωρίς, ήταν μόλις πέντε χρονών όταν εκείνη πέθανε. O μικρός Ιβάν φοίτησε καταρχάς στο θεολογικό σχολείο του Μπιέλσκι. Τα θεολογικά σχολεία ήταν η κατώτερη βαθμίδα θεολογικής εκπαίδευσης και ήταν οργανωμένα σε επίπεδο ενορίας ή μεγαλύτερης περιφέρειας αλλά με μικρό πληθυσμό, όπως ήταν το Μπιέλσκυ. Τα θεολογικά σχολεία στη Ρωσική Αυτοκρατορία σύμφωνα με την μεταρρύθμιση του 1808, η οποία στόχευε στην βελτίωση του μορφωτικού επιπέδου του ρωσικού κλήρου, αποτέλεσαν την πρώτη βαθμίδα θεολογικής εκπαίδευσης. Σύμφωνα με αυτή τη μεταρρύθμιση, η οποία οργάνωσε θεσμικά ήδη διαμορφωμένους εκπαιδευτικούς οργανισμούς, συστάθηκαν τρεις βαθμίδες θεολογικής εκπαίδευσης: Το κατώτατο (στο οποίο μετείχαν καταρχήν παιδιά κληρικών με την ελπίδα της ιεροσύνης) που ήταν το "θεολογικό σχολείο", όπως αυτό που φοίτησε ο Άγιος Νικόλας, το "η θεολογική σχολή" ήταν το μεσαίο επίπεδο (στη θρησκευτική σχολή- семинария η ρωσική λέξη, σε μια τέτοια σχολή φοίτησε ο Στάλιν) και το ανώτερο επίπεδο που ήταν η Θεολογική Ακαδημία. Ο Ιβάν, αφού αποφοίτησε από το σχολείο του Μπιέλσκι, φοίτησε στη θρησκευτική σχολή του Σμόλενσκ (ιδρυθείσα και λειτουργούσα από το 1728) για τέσσερα χρόνια υπό την πνευματική καθοδήγηση του Αρχιμανδρίτη Φώτιου (1811-1877), μιας σημαντικής μορφής της εκπαίδευσης στη Ρωσία του 19ου αιώνα, ο οποίος διετέλεσε διευθυντής της θρησκευτικής σχολής του Σμόλενσκ από το 1850 ως το 1858. Το 1857 ο Ιβάν Κασάτκιν εισήλθε στην Θεολογική Ακαδημία της Αγίας Πετρούπολης.

Ο Ιβάν Κασάτκιν εκάρη μοναχός το 1860 στις 24 Ιουνίου με το όνομα Νικόλαος. Χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος στις 29 του ίδιου μήνα και μια μέρα αργότερα και ιερομόναχος. Οι ημερομηνίες δίνονται με το Παλαιό Ημερολόγιο εδώ σκοπίμως: Ο Άγιος Νικόλαος χειροτονήθηκε ιερομόναχος ανήμερα της Συνάξεων των Αγίων Αποστόλων. Όταν ο Επίσκοπος Νεκτάριος, πρύτανης της Θεολογικής Ακαδημίας, χειροτονούσε το νεαρό μοναχό στην εκκλησία των Δώδεκα Αποστόλων(!) ποιος θα μπορούσε να φανταστεί ότι ο νεαρός ιερομόναχος θα γινόταν Απόστολος του Χριστιανισμού στην Ιαπωνία και θα ανακηρυσσόταν Ισαπόστολος! Ο ίδιος ο Επίσκοπος πρέπει να γνώριζε κάτι παραπάνω...

Αυτή η αλματώδης πρόοδος του Αγίου Νικόλαου στις βαθμίδες της ιεροσύνης δεν μπορεί να είναι τυχαία. Σύμφωνα με τα αρχεία και τις σύγχρονες μαρτυρίες από την Θεολογική Ακαδημία, ο Νικόλαος   επέδειξε "εξαιρετικά ταλέντα" και ήταν από τους καλύτερους σπουδαστές. Πριν τελειώσει ακόμα τις σπουδές του, το Ρωσικό Προξενείο στην Ιαπωνία, στην πόλη Χακοντάτε, ζήτησε από την Ιερά Σύνοδο της Ρωσικής Εκκλησίας να σταλεί κάποιος ιερέας ο οποίος, σύμφωνα με το έγγραφο του προξενείου να είναι "τόσο πνευματικός ποιμένας όσο και λόγιος", αλλά ταυτόχρονα "η ιδιωτική του ζωή να έδινε στους Ιάπωνες και στους εκεί αλλοδαπούς διαμένοντες μια καλή εντύπωση για τον ρωσικό κλήρο". Η Σύνοδος διάλεξε αυτός ο ιερέας να είναι ο Άγιος Νικόλαος, γι' αυτό και επισπεύθηκε ο χρόνος για την χειροτόνηση αυτού ως ιερέα. 

"Θα ζήσεις ασκητικού ζωή εκτός του μοναστηρίου. Θα πρέπει να εγκαταλείψεις την πατρίδα σου και να υπηρετήσεις τον Θεό σε μια χώρα μακρινή και που δεν γνωρίζει την αληθινή πίστη. Μαζί με τον σταυρό του ασκητή, θα κουβαλάς και το ραβδί του ιερού προσκυνητή, παράλληλα με τους μοναστικούς σου άθλους,  πρέπει να αποβιβαστείς εκεί για μια ιεραποστολή!" είπε στον νεαρό ιερομόναχο ο Επίσκοπος Νεκτάριος, δίνοντας του ευλογία.

Ο Άγιος έφθασε στο Χακοντάτε στις 2 Ιουλίου του 1861. Μαζί του είχε την εικόνα της Θεοτόκου του Σμόλενσκ.

Η Παναγία του Σμόλενσκ. (ιστορείται ότι έσωσε την πόλη από αναρίθμητους εισβολείς)

Το Χακοντάτε είναι ιαπωνικό λιμάνι στο νότιο τμήμα του Χοκάιντο, του βορειότερου μεγάλου νησιού της Ιαπωνίας. 

Το Χακοντάτε σήμερα. Ο Ναός του Αγίου Νικολάου, καθαρά Ρωσικού Ρυθμού, αποτελεί το πιο ενδιαφέρον αξιοθέατο της πόλης.

Το Χακοντάτε ήταν από τα λίγα λιμάνια που ήταν ανοικτά στους ξένους. Η Ιαπωνία του καιρού εκείνου δεν έχει σχέση με την Ιαπωνία που γνωρίζουμε σήμερα, δηλαδή μια χώρα του δυτικού κόσμου, βιομηχανική, κέντρο του εμπορίου, ατμομηχανή του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος μαζί με τις Η.Π.Α. Η Ιαπωνία τότε ήταν μια κλειστή κοινωνία, στρατοκρατική, αριστοκρατική που οι επαφές της με τους ξένους ήταν επιφυλακτικές και επιλεκτικές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το 1858 οπότε και υπογράφηκε η Συνθήκη Φιλίας και Εμπορίου με τις Η..Π.Α., μόλις 5 ιαπωνικά λιμάνια άνοιξαν τις πύλες τους για τους Αμερικανούς, ανάμεσά τους και το Χακοντάτε, ενώ με τη σύμβαση του Καναγκάουα το 1854 είχε επιτραπεί στους Αμερικανούς να ανοίξουν προξενείο στην Σιμόντα. Εκτός από αυτή τη σύμβαση που αναφέρθηκε με τους Αμερικανούς, υπογράφεται και η αντίστοιχη σύμβαση με τους Βρετανούς στο Ναγκασάκι, την ίδια χρονιά. Οι Βρετανοί επιζητούν τη συμμαχία των Ιαπώνων κατά της Ρωσίας (το 1854 μαίνεται ο Κριμαϊκός Πόλεμος). Τελικώς επιτυγχάνουν το άνοιγμα δυο λιμανιών, του Ναγκασάκι και του Χακοντάτε, αντίστοιχα με την Σύμβαση του Καναγκάουα.

Το άνοιγμα αυτό της Ιαπωνίας στον έξω κόσμο δεν αποτελεί προϊόν οικειοθελούς βουλήσεως, τουλάχιστον όχι αμιγώς. Οι Ιάπωνες είχαν περιορισμένες συναλλαγές με τις ευρωπαϊκές χώρες, κυρίως την Πορτογαλία και την Ολλανδία, που διατηρούσαν εμπορικούς σταθμούς στο Ναγκασάκι από το 1569 η Πορτογαλία, από το 1614 η Ολλανδία. Η στάση των αυτοκρατόρων απέναντι στον Χριστιανισμό (τον καθολικισμό συγκεκριμένα) ήταν μάλλον εχθρική. Το 1596 έχουμε μαρτυρίες ότι σταυρώθηκαν(!) 26 καθολικοί στο Ναγκασάκι, με αφορμή το ναυάγιο του Σαν Φελίπε. Ο επιζών πλοηγός του ισπανικού εκείνου πλοίου πληροφόρησε τον αυτοκράτορα ότι οι Καθολικοί Μοναχοί δρουν υπονομευτικά και κατασκοπευτικά, προετοιμάζοντας ισπανοπορτογαλική εισβολή στο ιαπωνικό έδαφος. Ο αυτοκράτορας επέβαλε την τάξη, άφησε όμως ανενόχλητους τους Πορτογάλους εμπόρους του Ναγκασάκι. Πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι κάθε ευρωπαϊκή δύναμη "δυσφημούσε" στην ιαπωνική αυλή τις υπόλοιπες, με σκοπό να αποκτήσει καλύτερο έρεισμα για την εξυπηρέτηση του εμπορίου. Νικητές, τρόπον τινά, σε αυτό τον ανταγωνισμό αναδείχτηκαν μάλλον οι Ολλανδοί, οι οποίοι εξακολούθησαν να ασκούν εμπόριο, αλλά περιορισμένα στο Ναγκασάκι και μόνο.

Το άνοιγμα του 19ου αιώνα, κυρίως προς την Αμερική είναι προϊόν της αμερικανικής πίεσης που ασκήθηκε προς την Ιαπωνία με την ισχύ του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού. To 1849, Ο Τζέιμς Γκλυν, πλοίαρχος, έπλευσε προς το Ναγκασάκι, προσπαθώντας να ανοίξει το πεδίο των διαπραγματεύσεων με την Ιαπωνία. Οι Αμερικανοί αποκαλούσαν την Ιαπωνία "Κλειστή Χώρα". Ο Γκλυν εισηγήθηκε στο Αμερικανικό Κονγκρέσο ότι οι διαπραγματεύσεις με την Ιαπωνία πρέπει να συνοδεύονται με επίδειξη ισχύος. Οι Αμερικανοί έλαβαν το μήνυμα και έτσι οδηγηθήκαμε στην αποστολή του Μάθιου Πέρρυ (1852-1854). Υπό την απειλή του Αμερικανικού Ναυτικού υποχρεώθηκε η Ιαπωνία να ανοίξει τα λιμάνια της στους Αμερικανούς. 

Η Προτομή του Πέρρυ στη Σιμόντα.

Οι Ρώσοι από το 1709 είχαν φθάσει στις ακτές του Ειρηνικού (στη Σιβηρία). Επομένως για την Ιαπωνία η Ρωσία είναι η γεωγραφικά εγγύτερη Μεγάλη Δύναμη. Ο ανταγωνισμός Ρωσίας και Ιαπωνίας επικεντρώνεται στο νησί της Σαχαλίνης και στην επιρροή στην Μαντζουρία και στην κορεατική χερσόνησο, δηλαδή είναι ένας ηπειρωτικός γεωπολιτικός ανταγωνισμός. Η Μαντζουρία είναι η βορειοανατολική Κίνα, το κομμάτι που βρίσκεται βόρεια της Κορέας και απέναντι από τη Σαχαλίνη και το ιαπωνικό νησιωτικό σύμπλεγμα.

Η Βορειανατολική Κίνα (Μαντζουρία-κόκκινο, Εσωτερική Μογγολία-ροζ)


Η Μαντζουρία εν σχέσει με την Ιαπωνία και τη Σαχαλίνη.

Οι επίσημες σχέσεις Ιαπωνίας και Ρωσίας ξεκινούν το 1855 με την υπογραφή της Συνθήκης της Σιμόντα, "Συνθήκη Εμπορίου και Ναυσιπλοΐας μεταξύ Ιαπωνίας και Ρωσίας". Οι Ρώσοι είχαν αποτύχει στις αρχές του 19ου να συνάψουν διπλωματικές σχέσεις με τους Ιάπωνες (Αποστολή Φον Κρούζεστερν 1804), όπως είχαν αποτύχει να συνάψουν εμπορικές σχέσεις από το 18ο αιώνα. Η ιστορία του Πάβελ Λοπάτσκιν από το Γιάκουτσκ είναι χαρακτηριστική: το 1778 αποπειράθηκε μάταια να έλθει σε συνεννόηση με τους Ματσουμάε, τους ισχυρούς φεουδάρχες του Χοκάιντο, Ο Λοπάτσκιν εγκατέλειψε τις προσπάθειές του όταν τα καράβια του καταστράφηκαν ή παρασύρθηκαν μακριά από παλιρροϊκό κύμα (τσουνάμι), χωρίς να επιτύχει την αποστολή του.

Η διαδικασία για την σύναψη της ρωσοϊαπωνικής συνθήκης επετεύχθη με ανάλογο της αμερικανοϊαπωνικής. Οι Ρώσοι έστειλαν τον Αντιναύαρχο Πουτιάτιν, το 1853, επικεφαλής μιας ναυτικής αποστολής. 
Ο Πουτιάτιν, ιαπωνική ζωγραφιά, 1853

Η φρεγάτα "Παλλάδα", η ναυαρχίδα του Πουτιάτιν


Ο Πουτιάτιν, ο οποίος είχε λάβει εντολή από τον Νέσελροντ (τον επικεφαλής της ρωσικής διπλωματίας), "πάση θυσία" να επιστρέψει με την υπογραφή κάποιας συνθήκης με τους Ιάπωνες πέτυχε την αποστολή του. Η Συνθήκη προέβλεπε και την λειτουργία του Ρωσικού Προξενείου στο Χακοντάτε. Οκτώβριο του 1858 η πρώτη αποστολή του Ρωσικού προξενείου υπό τον Ιωσήφ Αντόνοβιτς Γκόσκεβιτς κατέφθανε στο Χακοντάτε με πλοίο της Ρωσο-Αμερικάνικης Εταιρείας. (Η Εταιρεία αυτή ήταν μια ημικρατική εταιρεία η οποία είχε συσταθεί για την μονοπωλιακή εκμετάλλευση της θήρας, της αλιείας και του εμπορίου από την Αλάσκα. Η Ρωσία είχε συμφωνήσει ήδη την πώληση, από το 1853, της Αλάσκας στους Αμερικανούς, αλλά η πώληση δεν ολοκληρώθηκε πριν το 1867)

Γίνεται αντιληπτό ότι το Χακοντάτε είναι για το Χοκάιντο ότι το Ναγκασάκι για το Κιουσού, το νότιο μεγάλο ιαπωνικό νησί: Το διεθνές λιμάνι, μια πόλη που αποκτά κοσμοπολίτικο χαρακτήρα λόγω της παρουσίας τόσων ξένων. Οι Άγγλοι δραστηριοποιούνται έντονα στέλνοντας τον Θωμά Μπλέικιστον, φυσιοδίφη-εξερευνητή, ο οποίος από το 1861 οπότε και εγκαθίσταται στην πόλη προσπαθεί να καταστήσει οικείο τον δυτικό τρόπο ζωής στους Ιάπωνες. Οι Ρώσοι από την πλευρά τους, όπως διαβάζουμε στις οδηγίες προς τον πρόξενο ζητούν την άμεση ίδρυση και εγκατάσταση σχολείου και νοσοκομείου, (μάλιστα τονίζεται ότι τα απαραίτητα για την ίδρυση και εγκατάσταση να είναι έτοιμα πριν την τυπική ιαπωνική έγκριση) όπως επίσης τονίζεται ότι ο χώρος που θα κτιστεί το κτίριο του προξενείου να βρίσκεται εντός της πόλης. 

Το ρωσικό προξενείο στη Χακοντάτε (φωτογραφία από http://www.russia-emb.jp/)

Υπό αυτές τις συγκυρίες φθάνει στα 1861 στην Ιαπωνία ο Άγιος Νικόλαος. Στην αρχή, το κήρυγμα του Ευαγγελίου στην Ιαπωνία φαινόταν εντελώς αδύνατη. Σύμφωνα με τα λόγια του Πατέρα Νικολάου: ". Οι Ιάπωνες του χρόνου αντιλαμβάνονται τους αλλοδαπούς ως κτήνη, και το Χριστιανισμό ως μια αχρεία αίρεση, στην οποία θα μπορούσε να ανήκουν μόνο κακοποιοί και τους μάγοι". Πέρασε οκτώ χρόνια στη μελέτη της χώρας, τη γλώσσα, τα ήθη και έθιμα των ανθρώπων ανάμεσα στους οποίους ο ίδιος θα κηρύττε. Ο Άγιος έμαθε την ιαπωνική κουλτούρα και γλώσσα με μεγάλη όρεξη. Μελετούσε επίσης τις δυτικές γλώσσες (κυρίως αγγλικά που ήταν σαν είδος διεθνούς γλώσσας για την περιοχή και ξένα βιβλία, παρά τις παρατηρήσεις που δέχτηκε από τον Ιννοκέντιο, (Αρχιεπίσκοπο Καμτσάτκα). Ήθελε να είναι σε θέση να κάνει μια σωστή μετάφραση της Αγίας Γραφής στα ιαπωνικά. Ο Ιερομόναχος Νικόλαος παρακολούθησε πολυπληθείς συναθροίσεις για την ακρόαση περιφερόμενων παραμυθάδων και βουδιστών μοναχών. Μέχρι το 1868, ο Άγιος μιλούσε άριστα τα ιαπωνικά ή δεγνώση του για την ιστορία της Ιαπωνίας ήταν βαθύτερη από τη γνώση πολλών Ιαπώνων!

Το 1868, το ποίμνιο του Πατρός Νικολάου αριθμούσε περίπου είκοσι Ιάπωνες. Στο τέλος του 1869 ο Ιερομόναχος Νικολάου με προσωπική αναφορά στη Σύνοδο στην Πετρούπολη περιέγραψε την πρόοδο αναφορικά με τη δουλειά του. Στις 14 Ιανουαρίου του 1870 ελήφθη απόφαση, για τον σχηματισμό μιας ειδικής Ρωσικής Πνευματικής Αποστολής για το κήρυγμα του Λόγου του Θεού μεταξύ των "παγανιστών", αναφέρει η απόφαση, Ιαπώνων. Ο Πατήρ Νικόλαος έγινε  αρχιμανδρίτης και διορίστηκε επικεφαλής της αποστολής αυτής.

Το 1871 υπήρξαν διώξεις των χριστιανών στη Χακοντάτε. Πολλοί συνελήφθησαν (μεταξύ των οποίων, ο πρώτος Ιάπωνας ορθόδοξος ιερέας Παύλος Sawabe). Μόνο το 1873 η δίωξη ατόνησε κάπως, και  το ελεύθερο κήρυγμα του Χριστιανισμού επετράπη. Ο Άγιος Νικόλαος ανέθεσε τα καθήκοντα του ποιμνίου στο Χακοντάτε στον Ιερομόναχο Ανατόλι, και ο ίδιος μετοίκησε στο Τόκυο. 

Η σοβαρή ιεραποστολική δράση του Αγίου Νικολάου ξεκινάει το 1873, με τον ερχομό του στο Τόκυο, όπου μέσα σε ελάχιστα χρόνια θεμελιώνει ναό, χτίζει σχολείο για 50 άτομα στο Τόκυο και θρησκευτικό σχολείο, το οποίο, σύμφωνα με τα ρωσικά πρότυπα μετατρέπεται σε θεολογική σχολή το 1878  ("σεμινάριο). Η ιαπωνική εκκλησία υπάγεται στην Μητρόπολη της Καμτσάτκα, αλλά το 1880 η Ιερά Σύνοδος αποφασίζει τη μετατροπή της σε μητρόπολη και ο Νικόλαος γίνεται Επίσκοπος. 

Ο Άγιος Νικόλαος της Ιαπωνίας, Επίσκοπος.

Το 1877 εκδίδεται και το πρώτο ορθόδοξο χριστιανικό περιοδικό στην Ιαπωνία, "Ο Κύρηξ". Το 1878 η Εκκλησία της Ιαπωνίας αριθμεί περίπου 4.100 μέλη. Ο Άγιος Νικόλαος ενθρονίστηκε ως Επίσκοπος Ιαπωνίας το 1880 στον καθεδρικό ναό της Αγίας Τριάδας στην Λαύρα Αγίου Αλεξάνδρου Νιέφσκυ. Το 1891 ολοκληρώθηκε το χτίσιμο του καθεδρικού ναού της Αναστάσεως στο Τόκυο, ο μητροπολιτικός ναός της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ιαπωνία. Ο Άγιος Νικόλαος έκανε ο ίδιος   μετάφραση των λειτουργικών βιβλίων και συνέταξε Ορθόδοξο Θεολογικό Λεξικό στα ιαπωνικά, συνεχίζοντας παράλληλα να καλύπτει τις ανάγκες των πολυάριθμων ορθόδοξων κοινοτήτων. 

Ο Ναός της Αναστάσεως στο Τόκυο, Nikorai-Do, όπως το αποκαλούν οι Ιάπωνες.

Ο Ρωσοϊαπωνικός πόλεμος του 1904-1905 ήταν τα χρόνια του ολέθρου και των διώξεων για την Ορθόδοξη Εκκλησία. Η αξιοπρέπεια με την οποία αντιμετώπισε ο Άγιος Νικόλαος την κατάσταση αυτή, η προσωπική του στάση, η υπεράσπιση του ποιμνίου, η παρηγοριά που πρόσφερε στους Ρώσους αιχμαλώτους, προκάλεσαν ζωηρή εντύπωση στους Ιάπωνες, οι οποίοι "εξεπλάγησαν". Η κολοσσιαία αυτή προσπάθεια να κρατήσει όρθια τη νεαρή ιαπωνική Εκκλησία και ο θαυμασμός των εχθρών ακόμα συγκίνησε τόσο πολύ τον κόσμο, που η Σύνοδος αποφάσισε να του χορηγήσει τον τιμητικό τίτλο του "Αρχιεπισκόπου". 

Το 1911, μετά από ιεραποστολικό έργο πενήντα χρόνων, η Εκκλησία της Ιαπωνίας αριθμούσε 266 κοινότητες, 33.017 ορθόδοξους λαϊκούς,  35 ιερείς, 6 διακόνους. 14 ψάλτες-καθηγητές ωδικής, και 116 κατηχητές. 

Ο Άγιος Νικόλαος, πρότυπο ενεργητικού ιεράρχη, εκοιμήθη στις 16 Φεβρουαρίου (με το Γρηγοριανό ημερολόγιο) 1912. Η Ρωσική Ιερά Σύνοδος τον ανακήρυξε ισαπόστολο το 1970, ενώ στην Ιαπωνία τιμάται ως ένας εκ τους "δικαιότερους των ανθρώπων". Ο Αυτοκράτορας της Ιαπωνίας απέστειλε στεφάνι στην κηδεία του Αγίου.

Ιστορείται πως κάποια βραδιά, στο Χακοντάτε ακόμα, καθώς μελετούσε στο κελί του, βλέπει ένα σαμουράι να ορμά στο δωμάτιό του με το σπαθί στο χέρι. Θα τον έσφαζε, του είπε, εάν δεν σταματούσε να «διαφθείρει» με τα κηρύγματά του τους ντόπιους. Ταπεινά ο Άγιος Νικόλαος δέχθηκε να πεθάνει, αν όμως πρώτα ο επίδοξος δολοφόνος του θα μάθαινε τι μελετούσε την ώρα εκείνη. Ο σαμουράι άφησε το σπαθί του, για να ακούσει τι είχε να του πει ο Άγιος. Και έτσι αυτός άρχισε να του εξηγεί την δημιουργία του σύμπαντος από τον Θεό, το σχέδιο της Θείας Οικονομίας και πως ο Χριστός ήλθε στον κόσμο για να σώσει τον άνθρωπο. Το αποτέλεσμα ήταν, ο παραλίγο δήμιός του να κατηχηθεί και να βαπτισθεί.




















  












Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου